γέροντας

γέροντας
ο
1) старик, старец; 2) староста

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "γέροντας" в других словарях:

  • γέροντας — I Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 450 μ., 27 κάτ.) στην πρώην επαρχία Χαλκίδος του νομού Ευβοίας. Βρίσκεται βόρεια της Ερέτριας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ερετρίας. 2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 110 μ., 450 κάτ.) στην πρώην… …   Dictionary of Greek

  • γέροντας — ο θηλ. ισσα,1. γέρος: Έμαθα το μύθο από ένα γέροντα. 2. προσφώνηση για σεβάσμιους κληρικούς ή μοναχούς ή για ηγούμενο μοναστηριού: Μας υποδέχτηκε ο γέροντας της μονής …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Γέροντας, Άγγελος — (Αθήνα 1785 – 1862). Δημογέροντας της Αθήνας, Φιλικός και αγωνιστής της Επανάστασης του 1821. Καταγόταν από ευγενή παλαιό αθηναϊκό οίκο και αποτελούσε, με τον Προκόπιο και τον Παλαιολόγο Βενιζέλο, την τριμελή Δημογεροντία της Αθήνας από το 1820.… …   Dictionary of Greek

  • Γέροντας — Γέρων old man masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γέροντας — γέρων old man masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πρὸ τῆς γενειάδος διδάσκεις γέροντας. — См. Курицу яйца не учат …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • ημιγέρων — ἡμιγέρων, ὁ, ἡ (Α) ο κατά το ήμισυ γέροντας, ο σχεδόν γέροντας …   Dictionary of Greek

  • πέλειος — Α 1. (κατά τον Ησύχ.) «πελείους Κῷοι καὶ Ἠπειρῶται τοὺς γέροντας καὶ τὰς πρεσβύτιδας» 2. πελιδνός, μαυροκίτρινος. [ΕΤΥΜΟΛ. Το επίθ. πέλειος έχει σχηματιστεί δευτερογενώς από το ουσ. πέλεια «αγριοπερίστερο». Η ερμηνεία που παραδίδει ο Ησύχ.… …   Dictionary of Greek

  • Eretria — Gemeinde Eretria Δήμος Ερέτριας …   Deutsch Wikipedia

  • курицу яйца не учат — (иноск.) о родителях и детях Ср. На твоих родинах я кашу ел . Родилось чадушко, старше бабушки. Ср. Знать, такое уже время пришло; все вверх тормашкой, все теперь шиворот навыворот; яйца учат курицу (сказал отец сыну). Григорович. Два генерала.… …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона

  • яйца курицу не учат — о детях и родителях Ср. Ingenium non ante pilos venit. Ум не прежде бороды приходит. Pers. 4, 4. Ср. Προ της γενειάδος διδάσκεις τους γέροντας. Прежде бороды учишь старших. Apost. 14, 94. См. время всему научит. См. хавронья …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»